top of page

Τα πρώιμα χρόνια 1901-1920

Ο Ιωσήφ Ηλίας Καπούλιας, γνωστός ως Γιωσέφ Ελιγιά, γεννήθηκε στα Ιωάννινα το 1901,στη μητρόπολη των Ρωμανιωτών Εβραίων.

Μοναχογιός, έζησε τα παιδικά του χρόνια, με τις ιδιαίτερες φροντίδες της μητέρας του Χανούλας, στην οδό Αρσάκη, στην εβραϊκή συνοικία.

Ξεχώριζε από τους συνομήλικους  του για την ιδιαίτερη κλίση που είχε στη μελέτη και στο διάβασμα. Από πολύ νωρίς μελετούσε τα ιερά κείμενα, υπό το βλέμμα και την καθοδήγηση του Σαμπεθάι Καμπιλή (πανίσχυρου οικονομικά εμπόρου και θρησκευτικού ιερουργού της Συναγωγής και του ποιητή).

 Φοίτησε στο σχολείο της Alliance Istraelite, σχολείο γαλλικό, που το συντηρούσε η εβραϊκή κοινότητα, όπου και απέκτησε την άρτια γνώση της γαλλικής γλώσσας και κουλτούρας, της νεοελληνική γλώσσας και γραμματείας και της  εβραϊκής γλώσσας, όπου η εκμάθηση της ξεπέρασε τις σχολικές απαιτήσεις, οδηγώντας τον σταδιακά σε μια σφαιρική προσέγγιση του εβραϊσμού και του ιουδαϊσμού.

Οι ιδιαιτερότητες της ισραηλιτικής κοινότητας των Ιωαννίνων και η δράση του παραρτήματος της Alliance Istraelite Universelle στα Ιωάννινα διαμόρφωσαν, σε μεγάλο βαθμό, την ιδεολογία του Γιωσέφ Ελιγιά. Ο Ελιγιά ενστερνίστηκε τα σιωνιστικά ιδεώδη, έγραφε στίχους που πρόβαλλαν την πίστη του για την εθνική αποκατάσταση των Εβραίων, προσεγγίζοντας, με οπτική διαφορετική από την τρέχουσα συντηρητική, την έννοια της εβραϊκής ταυτότητας στις διασπορικές κοινότητες.

Άρχισε να δημοσιεύει τα ποιήματα του σε ηλικία δεκαοκτώ χρονών σε σιωνιστικά έντυπα των Ιωαννίνων και γειτονικών κοινοτήτων( όπως στην τρικαλινή εφημερίδα «Ισραήλ»),όπου πέρα από τη λυρικότητα και το βιβλικό τους τόνο, εξέφραζαν με μοναδικό τρόπο τις αντιλήψεις και τις ιδιότυπες κοινωνικές και πολιτικές καταστάσεις της εποχής του Μεσοπολέμου.

Η οικογένεια της μητέρας του Γιωσέφ Ελιγιά.

 Στο κέντρο, ο ποιητής σε ηλικία δύο ετών, πλαισιώνεται από τη γιαγιά του και τον παππού του Μάρκο. Στα δεξιά του παππού διακρίνεται η μητέρα του ποιητή. Στην πίσω σειρά, κέντρο, η θεία του Σαρίνα και άλλα μέλη της οικογένειας. Γιάννενα, 1903

Οδός Αρσάκη στα Ιωάννινα (Κάθετος στη σημερινή οδό Γιωσέφ Ελιγιά,λίγο πιο πάνω δεξιά ήταν το σπίτι του Γιωσέφ Ελιγιά

H σχολή της Αlliance Istraelite στη χρονική περίοδο 1932-1933. Η σχολή αυτή, πρωτοποριακή για τα δεδομένα της εποχής, ήταν παράρτημα της Alliance Istraelite Universelle του Παρισιού. Με το τέλος των σπουδών του ο Ελιγιά διορίζεται δάσκαλός της με μικρές διακοπές, από το 1919 έως και το 1924

Εκδρομή της σχολής  Αlliance Istraelite στο νησάκι των Ιωαννίνων στις αρχές του 20ου αιώνα.

Άποψη της Μεγάλης Ρούγας, της εβραϊκής συνοικίας των Ιωαννίνων

 Freid Boissonas 1913

Θήκη για το ταλέθ του Γιοσέφ Ελιγιά

                                                                            ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΡΑΒΙΝΟΙ

 

Μές΄στη Σιών κει στο βουνό

Το πένθος βασιλεύει, τον σκοτεινό

Απελπισιά εδρεύει.

Ταλείψανα από το Μικδάς εκεί είν’ρημαγμένα

Από κει  διαβάτες θα περνάν με μάτια δακρυσμένα.

Απ΄το παλάτι το λαμπρό η δόξα πια εχάθη,

Εκεί ανδρείους και παιδιά εθέρισε η σπάθη.

Ραβίνοι τρεις εκεί περνούν

Απ΄τα΄ολεθρου το σκότος,

Οι δύο αρχίζουν να θρηνούν

Μα ‘όχι και ο πρώτος.

Είδαν απ΄τ΄αγιωτήριο αλώπεκες να βγαίνε,

Πικράθηκε η καρδιά τους κι αρχίσανε να κλαίνε.

Το πρόσωπο όμως τ Άκιβά σύννεφο δεν σκεπάζει,

Το μάτι του είναι χαρωπό και δάκρυ δεν σταλάζει.

«Γιατί του λένε σαν κοιτάς

Τέτοιο άνθος μαραμένο

Αντί να κλάψεις συ γελάς΄ανάκτορο καμένο»;

«Δε βλέπεις τες αλώπεκες που βγαίνε από το Κάδες

 

Εκεί που στηριζότανε του Αδονάι οι πόδες»;

Χαμόγελο λουλούδισε στου Ακιβά το στόμα

και με καημό εφίλησε των ερειπίων το χώμα

και στους συντρόφους του : «γελάω δε στενάζω,

γιατί γλυκιά παρηγοριά από το σκότος βγάζω,

όπως μας το ΄χουνε  ειπεί οι Άγιοι μας προφήται

‘ότι αλώπεκες θα μπουν όπου το Κάδες κείται»

Κι όπως τα λόγια αυτά τα θλιβερά

Πραγματωθήκαν εδώ πέρα,

Έτσι θα λάμψει πάλι ζωηρά

Η θεία λευτεριά μια μέρα.

 

Περιοδικό Ισραήλ,τχ.1(Νοέμβριος 1917

 

Ο Ελιγιά πρωτοδημοσίευσε με το πλήρες όνομά του, Ιωσήφ Ελία Ιωσήφ, το 1918, στο περιοδικό Ισραήλ, το πρωτόλειο ποίημα του “Οι τρεις Ραββίνοι”.         Την περίοδο εκείνη, ένθερμος υποστηρικτής του σιωνισμού, προβληματιζόταν για τη μοίρα του Ιουδαϊσμού, ενώ  πρόβαλλε την πίστη του για την εθνική αποκατάσταση των Εβραίων.

 

 

 

{ΓΙΑ ΣΕ ΣΙΩΝ ΠΑΤΡΙΔΑ ΜΟΥ}

Για σε Σιών πατρίδα μου,

Δόξα, πλούτη και τιμή και τη ζωή μου δίνω,

Για να μπορέσω μια στιγμή τη δόξα σου να νιώσω,

τη δόξα αυτή που λάτρευσα και θα λατρεύω τόσο.

 

 

Ναρ,σελ.141 τευχ.1,τόμος Β Νοέμβριος 1918 σελ.5  

 

Ο ζηλώδης σιωνιστής Ελιγιά, γράφοντας το ποίημα {ΓΙΑ ΣΕ ΣΙΩΝ ΠΑΤΡΙΔΑ ΜΟΥ} το 1το 1917-1918, πίστευε, ότι το εβραϊκό ζήτημα ήταν εθνικό και όχι κοινωνικό και ότι δεν επρόκειτο να λυθεί με την αφομοίωση αλλά με τη σύσταση με την σύσταση ενός εθνικού κράτους.

 

Τα νεανικά του χρόνια 1921-1924

Στην πορεία της πνευματικής του εξέλιξης η κοσμοθεωρία του μετατοπίστηκε το 1922 από την ενασχόληση του με θέματα εβραϊσμού, στην ενεργό ανάμειξή του, σε κοινωνικο-πολιτικά θέματα της εποχής του, μέσα από μια ριζοσπαστική στάση.

 Το έργο του εντάχθηκε σε ένα γενικότερο κλίμα, φορτισμένο από το αριστερό κίνημα: τα κοινωνικά προβλήματα, οι ταξικές αντιθέσεις, οι λαϊκοί αγώνες εκφράστηκαν μέσα  από την  ποιητική παραγωγή του. Αυτή η μεταστροφή διευκολύνθηκε από την κοινωνική του προέλευση, την ιδιαίτερη θρησκευτική του ταυτότητα και από τις συνθήκες που επικρατούσαν την εποχή εκείνη στα Ιωάννινα. Μία περίοδος που τον επηρέασε βαθύτατα και από λυρικός - ρομαντικός ποιητής, όπως ήταν τότε γνωστός, έγινε ο επαναστάτης ποιητής.

Δημοσίευσε τα ποιήματα του στις τοπικές εφημερίδες, Νέος Αγών, Κήρυξ, Ήπειρος, Ηπειρωτική Ηχώ, με το ψευδώνυμο Ιούλιος Συγκουλιέρος και αργότερα με το φιλολογικό όνομα  Γιωσέφ Ελιγιά.

Η γνωσιολογική του κατάρτιση αποδείχτηκε  στο κείμενο της διάλεξής του με τίτλο «Περί μεταβιβλικής ποιήσεως», που έδωσε τον Δεκέμβριο του 1924 στη Ζωσιμαία σχολή. Ο Ελιγιά δεν αρκέστηκε σε μια επίπεδη ανάγνωση των ιερών κειμένων, αλλά τα διήθιζε με  κριτικό πνεύμα, προσπαθώντας να αναδείξει τη διαχρονικότητα και την επικαιρότητα τους, θίγοντας ζητήματα μεταφυσικής και θεολογίας, εξέφρασε τον κοινωνικό προβληματισμό του, αλλά και σαφείς απόψεις για την ελληνοεβραϊκή ταυτότητα. Ο Ελιγιά υιοθέτησε θέσεις αφομοιωτικές και χαρακτηρίστηκε «αλλιανισιστής».

Η ακεραιότητα της προσωπικότητας του και τα αντικειμενικά του προσόντα είχαν προκαλέσει τόση εντύπωση, ώστε ο καθηγητής Γ.Βέης τον προόριζε για καθηγητή στην έδρα Εβραϊκών σπουδών, που θα προκηρυσσόταν στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Την πορεία του προς την ακαδημαϊκή καριέρα ανέσχεσαν τόσο η δυσχερής οικονομική του κατάσταση, όσο και η πολιτική του δράση.

 

Στις 21 Δεκεμβρίου 1924,μετά από επανειλημμένες «συστάσεις» της αστυνομίας και των αρχών –τοπικών και ενδοκοινοτικών –και με αφορμή τη συζήτηση που προκάλεσε η διάλεξη του «Περί μεταβιβλικής ποιήσεως» στη Ζωσιμαία Σχολή, έχασε τη δουλειά του ως καθηγητής γαλλικών στη σχολή της Αlliance Istraelite .

Η  διάλυση του πυρήνα του «Νέου Αγώνα», η συνειδητοποίηση των διαφορών  με τους συντοπίτες και ομόθρησκους του, ανάγκασε τον Ελιγιά να μετακινηθεί για κάποιο χρονικό διάστημα,  σε φίλους του, ομόθρησκους στο Αργυρόκαστρο της Αλβανίας, μη δεχόμενος να «συνετιστεί» και να αποτραβηχτεί από τους κύκλους στους οποίους σύχναζε.

 Η παραμονή του στο Αργυρόκαστρο ήταν πολύ σύντομη, καθώς εκεί ένιωθε απομονωμένος μακριά από τους φίλους του και από κάθε πνευματική εκδήλωση.

Ως προς την ποιητική του παραγωγή, από το 1921 μέχρι το 1924 παρατηρείται μια στροφή προς το συμβολισμό, προδρομική σε σχέση με τους υπόλοιπους Έλληνες ομότεχνους του, κάτι που δικαιολογεί την κατάταξή του, από τους κριτικούς της Λογοτεχνίας σε ένα πρώιμο «καρυωτακισμό».

Το ταλέθ και η θήκη του Γιωσέφ Ελιγιά

Στη διάλεξη που έδωσε  ο Ελιγιά , στη Ζωσιμαία Σχολή, εμφανίστηκε,  ως ένας διανοούμενος,ο  οποίος εμβάθυνε στις μαρξιστικές αντιλήψεις και στο ιστορικό γίγνεσθαι  για την τέχνη, τον ιουδαϊσμό και  το χριστιανισμό, καθώς  και για τους εβραίους ποιητές της μεσαιωνικής Ισπανίας.

Η Ζωσιμαία Σχολή στα Ιωάννινα

To ανθρώπινο πνεύμα στρέφεται στην ιστορία ,είτε διότι αυτή δίνει μαθήματα για την απόφυση των περασμένων στην ιστορία ,είτε διότι αυτή δίνει μαθήματα για την αποφυγή των περασμένων αμαρτημάτων, είτε διότι η ίδια η φύση του ανθρώπου τον ωθεί να στρέφεται προς τα πίσω. Ως μοχλός αυτής της στροφής χρησιμεύει και η Τέχνη, στην οποία τοποθετείται και η βιβλική ποίηση. Αυτή η ποίηση, υποστήριζε ο Ελιγιά, για να ξαναβρεί τη φρεσκάδα της, πρέπει να απαλλαγεί από τις θεωρήσεις των διαφόρων θεολογιών, όπως της εβραϊκής και της  χριστιανικής ,που της έδωσαν μεταφυσική οντότητα. Γι αυτούς ακριβώς τους λόγους, σπουδαία παραμένει η εβραϊκή φιλολογική παραγωγή της μεσαιωνικής Αραβικής Ισπανίας, με χαρακτηριστικά παραδείγματα τους Γεουδά Αλεβή και Σολομών Ιμπν Γκεβερρούλ.  «Μεθοδολογικά»,¨δεν είναι απαραίτητο ο μαρξιστής να θεωρεί την Τέχνη πιστό αντίγραφο της επαναστατικής ιδεολογίας, αλλά να μπορεί να κρίνει θετικά, διαμέσου του αισθητικού ματεριαλισμού, και άλλες μορφές τέχνης όπως τις Σιωνίδες του Αλεβή ή τον Ύμνο προς την Ελευθερία του Σολωμού.

 

Απόσπασμα από την ομιλία του Ελιγιά που την αφιέρωσε στον καθηγητή και συνάδελφό του Αβραάμ Δαυίδ(που δίδαξε στην Alliance την εβραϊκή γλώσσα την περίοδο 1904-1908), ο οποίος  τον είχε  οδηγήσει «στον ποιητικόν ανθώνα της Εβραικής..».

Το μεγαλύτερο μέρος του κειμένου της φιλοσοφικής διάλεξης με τίτλο:« Περί μεταβιβλικής (εβραϊκής)ποιήσεως», τμήμα της οποίας δημοσιεύθηκε σε πέντε συνέχειες, στην τοπική εφημερίδα «Ηπειρωτική Ηχώ».Το κείμενο δεν ολοκληρώθηκε  λόγω στρατιωτικής παρέμβασης.

                        D΄ESESPOIR

 

Της Έγνοιας το σαράκι μ’εφαρμάκωσε,

Της Έγνοιας το φαρμάκι μ΄ έχει πνίξει!...

-Τόσο σκοτάδι, ωιμέ! από πούθε πλάκωσε;

Ποιόν Άδη θα ανοίξει, η τόση πλήξη;

Σέρνω δειλά ανήμπορο κορμί μου

Μακριά από των θνητών άχαρο αχνάρι

Κι ανεμοδέρνονται φριχτά οι συλλογισμοί μου;

Και σβήνει αργά της Ζήσης το λυχνάρι.

Μα πριν διαβώ,στου τάφου εδώ την άκρια

Μές΄στης καρδιάς τα ερειπωμένα βαθιά

-στερνή φορά!- ας ποτίσω με δύο δάκρυα

Των πόνων μου τα χέρσα και τ’αγκάθια.

 

16 Ιουλίου 1922,Γιάννενα-Σάββατο    Ναρ σελ.146

 

 

 

Το ποίημα D΄ESESPOIR εκφράζει το ταραγμένο ψυχικό κόσμο του ποιητή και  τον εντάσσει στην πρωτοπορία της γενιάς του 1920,δηλαδή στο λεγόμενο «καρυωτακισμό».

               ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΑΚΗ ΤΕΧΝΗ

 

Είμαι της ζωής ο νέος ρυθμός,κι η αρμονία του δρόμου,

Του πλήθους είμαι ΄γω ο παλμός,του λαού το καρδιοχτύπι.

 

Το βλέμμα μου ερευνητικό και στην κοσμοπλημμύρα,

Σεμνή κι απέριττη, γλυκιά κι ωμή, σιγοπροβάλλω.

 

Γλυκό τραγούδι τραγουδώ το ιδανικό του σκλάβου,

Τον πόνο της φτωχολογιάς και τη μεγάλη ελπίδα.

Μα γίνουμαι άγριαν αστραψιά, πυρσός, βεζούβια λάβα

Μπρος του Δυνάστη το ραβδί, του αφέντη το μαστίγι.

 

Εμένα δε με συγκινούν τα μαραμένα ρόδα

Μονάχα η κίτριν θωριά του πεινασμένου σκλάβου.

Μες στην ψυχή μου δε μιλεί το θρόισμα των φύλλων,

Μόνο βογκάει της θάλασσας το μανιασμένο κύμα.

 

 

Εγώ είμαι η Τέχνη της γυμνής κι αστόλιστης Αλήθειας,

Εγώ είμαι η Τέχνη, είμαι το φως του σκλαβωμένου ανθρώπου,

Μές΄στο ρυθμό τον άρρυθμο ζυγιάζω τα φτερά μου

Και σεργιανίζω ανάμεσα από τρώγλες και καλύβια!

 

Ιουλιος Συγγουλιέρος στο περ,Νέα Επιθεώρηση,τχ.2,(Φλεβάρης 1928)

 

 

Ο Ελιγιά με το ποίημα ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΑΚΗ ΤΕΧΝΗ πήρε έμμεση θέση στη συζήτηση για τον καθορισμό της προλεταριακής τέχνης, καταγγέλλοντας την κοινωνική αδικία, την μικροαστική υποκρισία και τα βάσανα του προλεταριάτου.

Η συμμετοχή του Ελιγιά σε όλες τις πολιτικές εξελίξεις που συντελούνταν τότε στην πόλη αλλά και η συνεργασία με την εφημερίδα «Νέος Αγών» τον οδήγησαν σταδιακά σε ρήξη με το πολιτικό καθεστώς και με τους συντηρητικούς κύκλους της εβραϊκής κοινότητας..Η ρήξη ήταν οριστική ύστερα από τη δημοσίευση του ποιήματος «ΜΙΛΙΤΑΡΙΣΜΟΣ ή ΜΠΟΤΑ »

                        ΜΙΛΙΤΑΡΙΣΜΟΣ

 

H μαύρη Πολιτεία βουβή και σαν συλλογισμένη,

Την ευτυχία που διάβηκε λες μάταια ν αγυρεύει.

Κάποια μορφή, σα φάντασμα, μές΄στο χακί διαβαίνει,

Κάποι΄αστραπή φιδογλιστά μές΄στης καρδιάς τα ερέβη.

Και στις πλατείες τις βουβές και στα βουβά καντούνια,

              Ντραν ντραν,κροτούνε τα σπιρούνια….

 

Μέσ΄ στις ψυχές αντιλαλούν του μακελειού οι ανέμοι,

Θυμιέται η γριά το γιόκα της στο ερημικό της σπίτι,

Σφίγγει η μανούλα το μικρό στην αγκαλιά και τρέμει

Κι ένας διαβάτης τραγουδεί το «Γιο του Ψηλορείτη»

Και στις πλατείες τις βουβές και στα βουβά καντούνια.

                Ντραν ντραν, κροτούνε τα σπιρούνια…

 

Σφίγγει η καρδιά το δάκρυ της κι ανγυρνά απ΄τον τρόμο.

Πηχτό σκοτάδι στην ψυχή, κι η μπότα φοβερίζει.

Κάποιος αργάτης βλαστημιά με κυρτωμένον ώμο.

Κι ενός σκυλιού η βραχνή φωνή σαν κάπου να γαυγίζει…

Και στις πλατείες τις βουβές και στα βουβά καντούνια,

                       Νταν ντραν,κροτούνε τα σπιρούνια…

 

Ο Ελιγιά στο κρατητήριο του Α΄ Αστυνομικού τμήματος Ιωαννίνων το 1924. Αριστερά ο Βράσκος(μηχανικός), στο κέντρο ο  Αποστολίδης(γιατρός): σύντροφοι του στο εγχείρημα του «Νέου Αγώνα».

Η εφημερίδα Ριζοσπάστης (εφημερίδα του ΚΚΕ)  κάλυπτε ειδησεογραφικά τα διαδοχικά κύματα των συλλήψεων,με τίτλο: « Η τυραννία του Αλη Πασά αναζεί και πάλιν». Στους υπόδικους,  «λόγω των κουμουνιστικών  φρονημάτων»(και για την ικανοποίηση της «λύσης των μιλιταριστών»), μνημονευόταν ο Ιωσήφ Ηλίας(Ιούλιος Συγκουλιέρος)καθηγητής της Γαλλικής και «επαναστάτης ποιητής»          

 

      Νουτσος 1992:6)

Ο ποιητής Γιωσέφ Ελιγιά, την περίοδο που έφυγε από τα Γιάννενα για το Αργυρόκαστρο το 1924

 Ο Γιωσέφ Ελιγιά ανάμεσα σε φίλους Γιαννιώτες στο Αργυρόκαστρο το 1924,  στα αριστερά ο Χαΐμ και δεξιά  ο Μάρκο  Μπαττίνο.

Η κεντρική πλατεία στα Γιάννενα

Η Εβραϊκή συνοικία στα Γιάννενα

                        Η  ΝΟΣΤΑΛΓΙΑ

 

Έρμο πουλί στην ξενιτιά, δίχως μανούλας κόρφο,

Δίχως φωλιάς αναπαμό κι Αγάπης αντιστύλι!...

 

Ξέσπασε, ω δάκρυ, σε λυγμό και συ, λύρα, σε θρήνο,

Να τρέξει ο Πόνος δροσερός τα στήθια ν ΄απαλύνει.

 

-Αχ παινεμένα Γιάννινα, Ω ανθότοποι των οραμάτων,

Πικρός το πώς σας άφησα καημός με βασανίζει.

 

Κι ω Εσύ Γλαυκή Παμβώτιδα, χρυσό άστραμμα του ονείρου,

Που ερχόμουνα πουρνό-βραδύ, ν΄αφουγκραστώ σιμά σου

Το κύμα τα΄αφρολυγερό που λίγωνε απ΄τη μέθη

Κι έσπαε γλυκά και ρυθμικά στο πέτρινο ακρογιάλι.

 

Ω εσύ Γλαυκή Παμβώτιδα, χρυσό άστραμμα του ονείρου,

Που έρχόμουνα πουρνό-βραδύ,μακριά για νάγνατέψω

Κάποιο σπιτάκι εδεμικό, Ναό της Αγιοσύνης

Που κάποιον Άγγελο έκρυβε, κορμί κυπαρισσένιο

Πόκρυβε και στα δυο ολόγλυκα ματάκια καστανάτα.

 

Ω εσύ Γλαυκή Παμβώτιδα που πλάι σου αναμετρούσα

Όλους τους κτύπους της καρδιάς και το ρυθμό της πλάσης,

Για να τα δέσω ταιριαστά στης Λύρας μου τα τέλια,

Ω εσύ γλυκιά Παμβώτιδα-μέςστ΄άναστρο σκοτάδι

Της ξενιτιάς μου και στ’ωχρό κηπάρι της ψυχής μου

Ένα γλαυκό και πονεμένο ανθοχαμόγελο είσαι.

 

4 Ιουνίου 1924,ΑργυρόκαστροΑλβανίας

 

 

 

 

 

 

Το ποίημα « ΝΟΣΤΑΛΓΙΑ » γράφτηκε στο Αργυρόκαστρο το 1924,όταν ο ποιητής έμεινε προσωρινά, για να απαλλαγεί από τον ασφυκτικό κλοιό των Ιωαννίνων. Ο ποιητής εκδήλωνε εντονότατο συναισθηματικό δεσμό με τη γενέθλια πόλη.

Τα δημιουργικά χρόνια 1925-1931

Το 1925 εγκαταλείπει οριστικά τα Ιωάννινα  και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου πήρε το δίπλωμα Γαλλικής γλώσσας από την Γαλλική Ακαδημία.

 Είναι η πιο δημιουργική περίοδος. Διαβάζει και μεταφράζει κομμάτια από όλη την εβραϊκή φιλολογία, τη Βίβλο, το Ταλμούδ, την Καμπαλά, τους Εβραίους φιλοσόφους του Μεσαίωνα, τους νεότερους ως και νεότατους Εβραίους λογοτέχνες, σαν τον Μπαλίκ ή τον Τσερνεχόφσκυ. Προφταίνει  και το έργο του Άνσκι, το περίφημο «Dybbuk», να το εκτιμήσει ως αριστούργημα. Γράφει και δημοσιεύει δικά του ποιήματα στα λογοτεχνικά περιοδικά της εποχής  και στο φιλολογικό παράρτημα της Μεγάλης Ελληνικής Εγκυκλοπαίδειας. Στην ίδια εγκυκλοπαίδεια γράφει πάνω από 200 λήμματα για ζητήματα Εβραιολογίας (Wissenschaft des Judentums).

Έρχεται σε επαφή με  πνευματικούς κύκλους της Αθήνας,  με τους Μάρκο Αυγέρη, Φώτη Κόντογλου, Κώστα Βάρναλη, Στέφανο Δάφνη, Μιλτιάδη Μαλακάση και με τον κύκλο των «Πρωτοπόρων» Πέτρο Πικρό και Γαλάτεια Καζαντζάκη.

Ο Ελιγιά την περίοδο αυτή βρίσκεται στην ωριμότερη στιγμή της ποιητικής του δημιουργίας: χωρίς να είναι εκφραστής της συντήρησης, τιμά και σέβεται το έργο των παλαιότερων, ενώ ταυτόχρονα είναι και κατεξοχήν εκφραστής της προόδου.

Στα Ιωάννινα επέστρεψε για λίγο το 1927, πριν διοριστεί καθηγητής γαλλικής γλώσσας στο Κιλκίς. Η υποδοχή που του επιφυλάχθηκε ήταν εντυπωσιακή, καθώς ο Ελιγιά αντιμετωπίστηκε από τους ομόθρησκούς του, ως αναγνωρισμένος ποιητής.

Το 1931 καταβεβλημένος ψυχικά και προσβεβλημένος από τύφο, πεθαίνει στην Αθήνα έχοντας μόλις  συμπληρώσει τα τριάντα του χρόνια.

                     ΣΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΜΟΥ

Σαύρα, πανάθλιο σερπετό, πως στα χαλίκια σέρνεις

Του ξεπεσμένου εγώ σου την ορφάνια!

Σα νυχτοπούλι στου γκρεμνού τα βάθη σιγογέρνεις

Και κλαις για τη χαμένη περηφάνια…

 

Λυγίζοντας, χορεύοντας, ψηλ΄από το κοντάρι

Για το σιχαμερό του όχλου το χατίρι,

Παράτησαν τα χέρια σου της Πίστης το δισκάρι

Και της Αλήθειας τ΄άγιο το ποτήρι.

 

Κι απ΄της θυσίας το Ναό διωγμένε, ω ξεπεσμένε,

Ως πότε το χορό σου πιοτί να πίνεις, διψασμένε,

Και στη φρικτή σου κόλαση να ρεύεις;

 

Παράτησε και σκόρπισε του ψεύτικου βωμού σου

Τη στάχνη, μές΄στο φύσημα του ανέμου

Και στης παλιάς σου Πίστης τον Ιορδάνη ξαναλούσου

Ω εσύ φτωχέ, πεντάφτωχε εαυτέ μου!

 

 

                                

Το ποίημα «ΣΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΜΟΥ» αντικατοπτρίζει το συναισθηματικό και ιδεολογικό κόσμο του λογοτέχνη, σε σχέση με τις νέες συνθήκες διαβίωσης του στην Αθήνα.

                                                ΚΙΛΚΙΣ

Αχ πόσο οδυνηρό κι απαίσιο

σ΄ένα  στενό, τραγικό πλαίσιο

Η ζωή σου να λιμνάζει οκνή,

Η Ανία το θρήνο ν΄αρχινάει.

Και σβούρα να στριφογυρνάει

Στον ίδιο άξονα η ψυχή….

 

Του ρεμβασμού τα γαλάζια ίχνη,

Στην ένδοξη ψυχρή πολίχνη

Να σβήνουν σα μουντός καπνός

Πουρνό-βράδυ,στην πονεμένη

Ψυχή, βραχνάς να σου βαραίνει

Ο μολυβένιος ουρανός.

 

Το ίδιο στρατί για το σχολείο

Και του Φωκίτη το βιβλίο

Να κουβαλάς πάντα μαζί

Κι ολομερίς ν ΄αναρωτιέσαι στον κρύο το βούρκο που κυλιέσαι:

Να ζει κανείς ή να μη ζει;

 

Μάρτης 1931

 

 

 

 

Ο Ελιγιά αφιέρωσε το ποίημα « Κιλκίς» στον Κώστα Καρυωτάκη με τη σημείωση «Στη μακάρια σκιά του Ποιητή της Πρέβεζας».

 Το ποίημα εκφράζει τη δυσαρέσκεια του για την απομόνωση του στην επαρχία , λόγω του διορισμού του ως καθηγητή γαλλικής γλώσσας, επειδή τον κρατά μακριά από οποιαδήποτε πνευματική εκδήλωση.

ΣΤΗ ΛΙΜΝΗ ΤΩΝ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ

 

Ω λίμνη, στα γλυκά σου τα νερά

Πόσα όνειρα παιδιάτικα λουσμένα!

Αχ πως ροδογελούν τα περασμένα

Στης μνήμης τα γιγάντια τα φτερά!

 

Απ’ το γαλάζιον κόρφο σου η χαρά

Η παιδική χαρά μου ξεπροβάλλει

Σεμνή,μέσ’στα σεμνά παλιά της κάλλη,

Με δύο ματάκια αθώα κι αστραφτερά.

 

Αχ πλάι στα παλιά ζωντανεμένα,

Ροδόπλαστα, φωτοπεριχυμένα

Στον πόνο μου-βοτάνι μαγικό-

 

Μα όταν γροικώ νεκρά τα περασμένα

Πως νιώθω να δακρύζει, ω Λίμνη, ωιμένα,

Της φαντασίας το μάτι εκστατικό!

 

 

Δημοσιεύτηκε στο περ. Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια,τχ.55-56,(6-3-1927)

 

             

 

 

  Το ποίημα « ΣΤΗ ΛΙΜΝΗ ΤΩΝ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ»

   εκφράζει τη νοσταλγία  του λογοτέχνη για τα παιδικά του χρόνια, εκδηλώνοντας ένα εντονότατο  συναισθηματικό δεσμό με τη γενέθλια πόλη.

Το μεγάλο παιδί το αγαθό το πιστό

Που ήταν όλος καρδιά καλωσύνη

Αν κι Εβραίος πάει να βρη το Χριστό

Στων ψυχών που τη λεν βιβλική τη γαλήνη.

Μελετούσε τα ιερά της φυλής του βιβλία

Ποιητής και σοφός ο Γιωσέφ Ελιγιά

Μια Ρεβέκκα του αγνή και την έψελνε αγία

Σα Δαυίδ σε μιαν άρπα γλυκειά.

 

Σε χωριό μακρυνό ήταν δάσκαλος.Ξένο

Κι έρμο η αρρώστεια τον χτύπησε εκεί

Στην Αθήνα τον φέρανε ζωντανό πεθαμένο

Για να σβήση σε μια κλινική.

 

Στην κοιλάδα που λεν Ιωσαφάτ πάει η ψυχή του

Το Χριστό π’ αγαπούσε πάει τώρα να βρη.

Ήταν μέρα Σάββατου ιερή….το κορμί του

Το σκεπάσανε μ’ ένα σεντόνι μακρύ.

 

Τ’ άλλο βράδυ μεσάνυχτα φαναράκια κρατώντας

Κι ο Ραββίνος να λέη και να λέη

Τον επήραν σκιές στο σκοτάδι γλυστρώντας

Τον επήραν και πάνε οι Εβραίοι.

 

 

 

 Ο ποιητής Στέφανος Δάφνης, συγκλονισμένος από τον πρόωρο χαμό του Ελιγιά, του αφιέρωσε αυτό το ποίημα, που δημοσιεύτηκε στη Νέα Εστία.

Η Αθήνα του μεσοπολέμου.

 Ο Ελιγιά σε αυτό το διάστημα διαμονής του στην Αθήνα, ήταν αφοσιωμένος στη μελέτη της εβραϊκής φιλολογίας και στη μετάφραση των βιβλικών κειμένων.

Το Κιλκίς.

Ο Ελιγιά, ως καθηγητής  της γαλλικής γλώσσας στο Κιλκίς συνέχιζε να παράγει ποίηση. Τα ποιήματα του φέρουν τα χρώματα του λεγόμενου « Καρυωτακισμού»

τα Γιάννενα από τα Λιθαρίτσια

η Λίμνη  στα Ιωάννινα

bottom of page